Το δογμα του σοκ (αποσπασμα)...

Ένας άλλος τομέας στον οποίο δραστηριοποιείται το σύμπλεγμα του καπιταλισμού της καταστροφής είναι η ανθρωπιστική βοήθεια και η ανοικοδόμηση.
 Με πρώτο πεδίο εφαρμογής το Ιράκ, η κερδοσκοπική ανθρωπιστική βοήθεια....
και η ανοικοδόμηση έχει ήδη γίνει το νέο παγκόσμιο παράδειγμα, ασχέτως του αν η καταστροφή οφείλεται σε έναν προειδοποιητικό πόλεμο (όπως στην περίπτωση της εισβολής του Ισραήλ στον Λίβανο του 2006) ή σε έναν τυφώνα. Με την εξάντληση των φυσικών πόρων και τις κλιματικές αλλαγές να προκαλούν μια σταθερά εντεινόμενη επέλαση νέων καταστροφών, η ανταπόκριση σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης είναι, απλώς, μια υπερβολικά καυτή αναδυόμενη αγορά για να παραχωρηθεί σε μη κερδοσκοπικές οργανώσεις. Για ποιο λόγο να ανοικοδομεί σχολεία η UNICEF, όταν μπορεί να το κάνει η Bechtel, μια από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες στις ΗΠΑ; Για ποιο λόγο να στεγαστούν οι πλημμυροπαθείς της Πολιτείας του Μισισίπι σε επιδοτούμενα άδεια διαμερίσματα, ενώ μπορούν να μείνουν στα κρουαζιερόπλοια της Carnival; Για ποιο λόγο να αναπτυχθούν οι ειρηνευτικές δυνάμεις του ΟΗΕ, στο Νταρφούρ, όταν ιδιωτικές εταιρείες ασφάλειας, όπως η Blackwater, ψάχνουν για νέους πελάτες; Αυτή ακριβώς είναι η διαφορά μετά την 11η Σεπτεμβρίου Παλιότερα οι πόλεμοι και οι καταστροφές πρόσφεραν ευκαιρίες σε περιορισμένους τομείς της οικονομίας – για παράδειγμα, στους κατασκευαστές πολεμικών αεριωθούμενων ή στις εταιρείες που ανοικοδομούσαν βομβαρδισμένες γέφυρες. Ωστόσο ο πρωταρχικός οικονομικός ρόλος του πολέμου περιοριζόταν στο άνοιγμα νέων αγορών οι οποίες μέχρι τότε ήταν κλειστές και στην πρόκληση μεταπολεμικής οικονομικής άνθησης. Πλέον, η ανταπόκριση σε πολέμους και καταστροφές έχει ιδιωτικοποιηθεί σε τόσο μεγάλο βαθμό, ώστε να αποτελεί η ίδια μια νέα αγορά: Δεν υπάρχει πια λόγος να τελειώσει ο πόλεμος για να σημειωθεί οικονομική άνθηση – το μέσο έχει γίνει ο σκοπός. Ένα ιδιαίτερο πλεονέκτημα αυτής της μεταμοντέρνας προσέγγισης είναι ότι, με όρους αγοράς, δεν μπορεί να αποτύχει. Όπως σχολίασε χαρακτηριστικά κάποιος αναλυτής των αγορών αναφερόμενος σε ένα εξαιρετικά κερδοφόρο τρίμηνο της εταιρίας Halliburton, που δραστηριοποιείται στον τομέα της ενέργειας, «τα πράγματα στο Ιράκ πήγαν καλύτερα από ό,τι αναμενόταν». Αυτό συνέβη τον Οκτώβριο του 2006, το μήνα του πολέμου κατά τον οποίο παρουσιάστηκε η μεγαλύτερη κλιμάκωση βίας μέχρι τότε, με τις απώλειες Ιρακινών πολιτών να ανέρχονται σε 3.709. Παρ’ όλα αυτά, ελάχιστοι ήταν οι μέτοχοι που δεν εντυπωσιάστηκαν από το γεγονός ότι ο πόλεμος είχε αποφέρει έσοδα 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε αυτή την εταιρεία. Από το όλο εκρηκτικό μείγμα των εμπόρων όπλων, των ιδιωτικών στρατών, της κερδοσκοπικής ανοικοδόμησης και της βιομηχανίας εθνικής ασφάλειας αυτό που αναδύεται ως συνέπεια του ιδιαίτερου τρόπου με τον οποίο η κυβέρνηση Μπους εφάρμοσε τη θεραπεία-σοκ μετά την 11η Σεπτεμβρίου είναι μια πλήρως διαρθρωμένη Νέα Οικονομία. Οικοδομήθηκε κατά την περίοδο Μπους, αλλά υφίσταται πλέον ανεξάρτητα από οποιαδήποτε κυβέρνηση και θα παραμείνει στα χαρακώματα μέχρι να προσδιοριστεί, να απομονωθεί και να αμφισβητηθεί η ιδεολογία της κυριαρχίας των εταιρειών, που αποτελεί το θεμέλιο λίθο της. Του συμπλέγματος αυτού ηγούνται εταιρείες των ΗΠΑ, αλλά είναι παγκόσμιο, με βρετανικές εταιρείες να συνεισφέρουν την εμπειρία τους στις πανταχού παρούσες κάμερες ασφαλείας, με ισραηλινές εταιρείες να προσφέρουν τις εξειδικευμένες γνώσεις τους στα ηλεκτροφόρα συρματοπλέμγατα και στα τείχη, με την καναδική βιομηχανία ξυλείας να πουλάει προκατασκευασμένα σπίτια των οποίων το κόστος αγοράς είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό των σπιτιών που κατασκευάζονται εγχώρια κτλ. «Μέχρι τώρα κανείς δεν είχε δει την ανοικοδόμηση έπειτα από μια καταστροφή ως έναν επιμέρους τομέα της στεγαστικής αγοράς», έχει δηλώσει ο Κεν Μπέικερ, διευθύνων σύμβουλος ενός καναδικού ομίλου ξυλείας. «Είναι μια στρατηγική που μας επιτρέπει να τη διαφοροποιήσουμε μακροπρόθεσμα». Τηρουμένων των αναλογιών, το σύμπλεγμα του καπιταλισμού της καταστροφής μπορεί να συγκριθεί με τις «αναδυόμενες αγορές» και την τεχνολογία της πληροφόρησης ως μοχλούς της οικονομική άνθησης τη δεκαετία του 1990. Πράγματι, καλά ενημερωμένοι αναλυτές ισχυρίζονται ότι οι συμφωνίες είναι ακόμα πιο κερδοφόρες και από την εποχή της έξαρσης του διαδικτύου και ότι η «φούσκα της ασφάλειας» πήρε τη σκυτάλη όταν έσκασαν οι προγενέστερες «φούσκες». Σε συνδυασμό με τα διογκούμενα κέρδη της ασφαλιστικής βιομηχανίας (που εκτιμάται ότι έφτασαν τον αριθμό-ρεκόρ των 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2006 μόνο στις ΗΠΑ), αλλά και με τα υπερκέρδη της πετρελαϊκής βιομηχανίας (τα οποία αυξάνονται σε κάθε νέα κρίση), η οικονομία της καταστροφής ίσως να έσωσε την παγκόσμια αγορά από την ολοκληρωτική ύφεση με το φάσμα της οποίας βρισκόταν αντιμέτωπη τις παραμονές της 11ης Σεπτεμβρίου.Αυτή υπήρξε η τελευταία ανάμειξη του Φρίντμαν στο δημόσιο βίο. Προτού συμπληρωθεί ένας χρόνος από τη δημοσίευση του άρθρου του, στις 16 Νοεμβρίου 2006, πέθανε σε ηλικία ενενήντα τεσσάρων ετών. Η προώθηση της ιδιωτικοποίησης του σχολικού συστήματος μιας μεσαίου μεγέθους πόλης των ΗΠΑ μοιάζει ίσως με μια ταπεινή ενασχόληση για τον άνθρωπο που εξυμνήθηκε ως ο οικονομολόγος που άσκησε τη μεγαλύτερη επιρροή στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, ανάμεσα στους μαθητές του οποίου συγκαταλέγονται αρκετοί Πρόεδροι των ΗΠΑ, πρωθυπουργοί της Βρετανίας, Ρώσοι ολιγάρχες, υπουργοί Οικονομικών της Πολωνίας, δικτάτορες σε χώρες του Τρίτου Κόσμου, γενικοί γραμματείς του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, αξιωματούχοι του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και οι τελευταίοι τρεις επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ (Federal Reserve). Ωστόσο η αποφασιστικότητά του να εκμεταλλευτεί την κρίση στη Νέα Ορλεάνη για να προωθήσει μια φονταμενταλιστική εκδοχή του καπιταλισμού ήταν ένας αλλόκοτα αρμόζων αποχαιρετισμός από αυτό τον ανεξάντλητα ενεργητικό καθηγητή που το ανάστημά του δεν ξεπερνούσε το ενάμισι μέτρο και στην ακμή της ηλικίας του είχε περιγράψει τον εαυτό του ως έναν «παλαιών αρχών ιεροκύρηκα που εκφωνεί το κυριακάτικο κήρυγμα». Για περισσότερες από τρεις δεκαετίες ο Φρίντμαν και οι παντοδύναμοι οπαδοί του τελειοποιούσαν αυτήν ακριβώς τη στρατηγική: την αναμονή κάποιας μείζονος κρίσης προκειμένου να εκποιήσουν τμήματα της δημόσιας σφαίρας σε ιδιώτες ενόσω οι πολίτες ήταν ακόμα ζαλισμένοι από το σοκ και να μονιμοποιήσουν στη συνέχεια τις «μεταρρυθμίσεις». Σε ένα από τα πιο σημαντικά δοκίμιά του ο Φρίντμαν διατύπωσε τη συνταγή που συνιστά τον πυρήνα της τακτικής του σημερινού καπιταλισμού και την οποία αποκαλώ «δόγμα του σοκ». Επισήμανε ότι «μόνο μια κρίση – είτε είναι είτε απλώς εκλαμβάνεται ως πραγματική – οδηγεί σε πραγματικές αλλαγές. Όταν ξεσπάει μια κρίση, οι δράσεις που αναπτύσσονται εξαρτώνται από τις περιρρέουσες ιδέες. Πιστεύω ότι αυτή πρέπει να είναι η βασική λειτουργία μας: να αναπτύσσουμε εναλλακτικές πολιτικές που θα αντικαταστήσουν τις υπάρχουσες, να τις διατηρούμε ζωντανές και διαθέσιμες, έως ότου το πολιτικά αδύνατον καταστεί πολιτικά αναπόφευκτο». Μερικοί άνθρωποι συσσωρεύουν κονσέρβες και νερό ώστε να είναι προετοιμασμένοι για μια πιθανή μείζονα καταστροφή. Οι οπαδοί του Φρίντμαν συσσωρεύουν ιδέες οι οποίες προωθούν τις ελεύθερες αγορές. Διότι ο καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σικάγου ήταν πεπεισμένος ότι, όταν ξεσπάει μια κρίση, αποτελεί ζήτημα καθοριστικής σημασίας η ακαριαία δράση, η γρήγορη και αμετάκλητη επιβολή αλλαγών, πριν η συγκλονισμένη κοινωνία διολισθήσει πάλι στην «τυραννία του στάτους κβο». Εκτιμούσε ότι «μια καινούρια κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της έξι με εννέα μήνες για να επιβάλει μείζονες αλλαγές. Αν δεν αδράξει την ευκαιρία για να δράσει αποφασιστικά κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, δε θα της προσφερθεί ξανά παρόμοια ευκαιρία». Μια παραλλαγή της υπόδειξης του Μακιαβέλι ότι τα πλήγματα πρέπει να επιφέρονται «όλα μαζί», στρατηγική αυτή υπήρξε το μακροβιότερο κληροδότημα του Φρίντμαν. Ο Φρίντμαν πρωτοέμαθε πώς να εκμεταλλεύεται ένα μεγάλης κλίμακας σοκ ή μια κρίση στα μέσα της δεκαετίας του 1970, όταν έδρασε ως σύμβουλος του Χιλιανού δικτάτορα στρατηγού Αουγκούστο Πινοσέτ. Οι Χιλιανοί βρέθηκαν σε κατάσταση σοκ μετά το βίαιο πραξικόπημα του Πινοτσέτ, ενώ η χώρα είχε δεχτεί βαθύτατο πλήγμα από τον υπερπληθωρισμό. Ο Φρίντμαν συμβούλεψε τον Πινοτσέτ να προχωρήσει σε έναν καταιγιστικό μετασχηματισμό της οικονομίας: μείωση φόρων, ελεύθερο εμπόριο, ιδιωτικοποίηση των κοινωφελών υπηρεσιών, περιστολή των κοινωνικών δαπανών και απορρύθμιση. Τελικά, οι Χιλιανοί είδαν ακόμα και τα δημόσια σχολεία τους να αντικαθίστανται από χρηματοδοτούμενα με κουπόνια ιδιωτικά εκπαιδευτικά ιδρύματα. Ήταν η πιο ακραία καπιταλιστική μεταμόρφωση που επιχειρήθηκε ποτέ και έγινε γνωστή ως «η επανάσταση της Σχολής του Σικάγου», καθώς πολλοί από τους οικονομολόγους του Πινοσέτ είχαν υπάρξει φοιτητές του Φρίντμαν στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου. Ο Φρίντμαν πρόβλεψε ότι η ταχύτητα, το εύρος και η αιφνιδιαστική επιβολή των οικονομικών αλλαγών θα προκαλούσαν στον πληθυσμό ψυχολογικές αντιδράσεις οι οποίες «θα διευκόλυναν την προσαρμογή». Επινόησε δε την ακόλουθη φράση για αυτή την οδυνηρή τακτική: οικονομική «θεραπεία-σοκ». Στις δεκαετίες που ακολούθησαν, όποτε οι κυβερνήσεις επέβαλαν σαρωτικά προγράμματα προώθησης της ελεύθερης αγοράς, η θεραπεία-σοκ (ή αγωγή-σοκ) ήταν η μέθοδος που επέλεγαν. Eπιπλεόν, ο Πινοτσέτ διευκόλυνε τη μετάβαση αυτή με τις δικές του θεραπείες-σοκ, οι οποίες πραγματοποιούνταν στα κελιά βασανισμού του καθεστώτος, όπου εφαρμόζονταν πάνω στα σφαδάζοντα σώματα όσων θεωρούνταν πιθανά εμπόδια στον καπιταλιστικό μετασχηματισμό. Πολλοί στη Λατινική Αμερική διέκριναν μια άμεση σχέση ανάμεσα στα οικονομικά σοκ που οδήγησαν στην ανέχεια εκατομμύρια ανθρώπους και στην επιδημία των βασανιστηρίων με τα οποία τιμωρούνταν εκατοντάδες χιλιάδες άτομα τα οποία πίστευαν σε μια διαφορετική κοινωνία. Όπως έχει γράψει ο Ουρουγουανός συγγραφές Εδουάρδο Γκαλεάνο: «Υπάρχει άλλος τρόπος να διατηρηθεί μια τέτοια ανισότητα εκτός από τις συσπάσεις των ηλεκτροσόκ;» Ακριβώς τριάντα χρόνια μετά την πρόκληση αυτών των τριών διακριτών μορφών σοκ στη Χιλή, η συνταγή εφαρμόστηκε πάλι με πολύ μεγαλύτερη βιαιότητα, στο Ιράκ. Στην αρχή ήρθε ο πόλεμος, ο οποίος, σύμφωνα με τους δημιουργούς του στρατιωτικού δόγματος «Σοκ και Δέος», αποσκοπούσε στο «να ελέγξει τη βούληση, την αντίληψη και την κατανόηση του αντιπάλου και, κυριολεκτικά, να τον καταστήσει ανίκανο να δράσει ή να αντιδράσει». Επακολούθησε μια ριζοσπαστική οικονομική θεραπεία-σοκ, η οποία επιβλήθηκε από τον εκπρόσωπο των ΗΠΑ Λιούις Πολ Μπρέμερ ενόσω η χώρα ήταν ακόμα παραδομένη στις φλόγες: μαζικές ιδιωτικοποιήσεις, καθολική επιβολή του ελεύθερου εμπορίου, ενιαίος φορολογικός συντελεστής 15%, δραματική μείωση του ρόλου του κράτους. Ο μεταβατικός υπουργός Εμπορίου του Ιράκ Αλί Αμπντούλ-Αμίρ Αλάουι είχε πει ότι οι συμπατριώτες του «έχουν αηδιάσει και κουραστεί να είναι πειραματόζωα. Το σύστημα έχει ήδη δεχτεί πολλά σοκ, άρα δε χρειαζόμαστε αυτή τη θεραπεία-σοκ στην οικονομία». Όταν όμως οι Ιρακινοί αντιστέκονταν, συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν σε φυλακές όπου το σώμα και το μυαλό τους υποβάλλονταν σε επιπλέον σοκ – αυτή τη φορά όχι με τη μεταφορική έννοια της λέξης.





πηγη:agonaskritis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλώ πληκτρολογήστε το σχόλιό σας